ερειπώνω

ερειπώνω
[-ώ (ο)] μετ. разрушать, превращать в развалины, руины;

ερειπώνομαι [-ούμαι]

1) — разваливаться, разрушаться, превращаться в развалины, руины;

2) перен. быть в изнеможении; расклеиваться (о человеке, разг )

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Смотреть что такое "ερειπώνω" в других словарях:

  • ερειπώνω — ερειπώνω, ερείπωσα βλ. πίν. 3 …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • ερειπώνω — και ερειπῶ, όω (AM ἐρειπῶ και ἐριπῶ, όω) κάνω κάτι ερείπιο, κατακρημνίζω, καταστρέφω μσν. πέφτω σε καταστροφή. [ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. ερειπώ είναι νεώτερος μεταπλασμένος ενεστώτας τού ερείπω, ενώ ο τ. εριπώ, αν δεν οφείλεται στην πρώιμη σύμπτωση και… …   Dictionary of Greek

  • ερειπώνω — ερείπωσα, ερειπώθηκα, ερειπωμένος, κάνω κάτι ερείπιο, καταστρέφω, ρημάζω …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ερείπωση — η (Μ ἐρείπωσις) [ερειπώνω] 1. η λεηλάτηση, η ερήμωση, το ρήμαγμα, η καταστροφή κατοικημένου τόπου 2. το γκρέμισμα, η καταστροφή οικοδομήματος ή πόλης …   Dictionary of Greek

  • ερειπιώ — (AM ἐρειπιῶ όω) [ερείπιος] κάνω κάτι ερείπιο, ερειπώνω, καταστρέφω …   Dictionary of Greek

  • κατερείπω — (AM) μετατρέπω κάτι σε ερείπιο, γκρεμίζω, κατερειπώνω (α. «σεισμοὶ κατήρειψαν πολὺ τὰς κατοικίας», Στράβ. β. «Τροία κατερείπεται καπνῷ τρυφομένα δορίκτητος Ἀργεΐων», Ευ ρ.) αρχ. 1. μτφ. διαφθείρω («γάμου καὶ παιδοποιΐας..., ἃ καὶ σὲ κατερείπει… …   Dictionary of Greek

  • ρημάζω — Ν 1. (μτβ.) καταστρέφω, ερειπώνω, ερημώνω («ο πόλεμος ρήμαξε τη χώρα») 2. ταλαιπωρώ, εξαντλώ («μάς ρήμαξε στη δουλειά») 3. (αμτβ.) φθείρομαι, καταστρέφομαι («ρήμαξε από τα γηρατειά») 4. φρ. «τόν ρήμαξε στο ξύλο» τόν έδειρε ανελέητα. [ΕΤΥΜΟΛ. < …   Dictionary of Greek

  • ερείπωση — η 1. η ενέργεια και το αποτέλεσμα του ερειπώνω. 2. η κατάσταση του ερείπιου …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»